ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1991) 3 ΑΑΔ 146
14 Φεβρουαρίου 1991.
[Α. ΛΟΪΖΟΥ, ΠΡ., ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
2. ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
3. ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΟΥ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υποθέσεις Αρ. 20/89, 65/89).
Προσφυγή βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος — Έννομο συμφέρον — Έννοια — Ειδικά το έννομο συμφέρον σωματείου, οργανισμού κλπ. — Συντρέχει επί κατ' ευθείαν επηρεασμού του υλικού ή ηθικού συμφέροντος όλων των μελών σωματείου κλπ. ή μέρους αυτών, όχι όμως επί προσβολής ενός μόνο μέλους ή επί συγκρουομένων συμφερόντων των μελών — Το γενικό ενδιαφέρον σωματείου κλπ. για τη διατήρηση της νομιμότητας και τη συμμόρφωση προς το Σύνταγμα δεν νομιμοποιεί την άσκηση προσφυγής.
Αστυνομική Δύναμη — Προαγωγές — Ο αστυνομικός, όπως και ο δημόσιος υπάλληλος, δεν έχει δικαίωμα προαγωγής αλλά μόνον προσδοκία — Η βλάβη της προσδοκίας αυτής πρέπει να έχει επέλθει ή να είναι αναπόφευκτη για να πληρούται η προϋπόθεση της υπάρξεως ενεστώτος εννόμου συμφέροντος.
Σύνταγμα — Ο Περί Αστυνομίας (Τροποποιητικός) Νόμος του 1988 (Ν. 248/88) — Τροποποιεί σιωπηρά το άρθρο 8 (2) της Περί Συντάξεων Νομοθεσίας — Η αρχή της τροποποίησης νόμου με μεταγενέστερο αντίθετο, είναι καλά εμπεδωμένη στην έννομη τάξη της Κύπρου — Ο Νόμος 248/88 ψηφίστηκε με βάση πρόταση νόμου και πρόδηλα συνεπάγετο αύξηση των εξόδων του προϋπολογισμού — Ο Νόμος 248/88 είναι αντίθετος και ασύμφωνος με τα Άρθρα 80.2 και 179 του Συντάγματος — Αυτό είναι το κριτήριο αντισυνταγματικότητας νόμου και όχι ο τρόπος αντιμετώπισής του από τον Πρόεδρο ή άλλη Αρχή της Δημοκρατίας — Ο Νόμος 248/88 είναι αντίθετος με την θεμελιώδη αρχή της διάκρισης των λειτουργιών και παραβιάζει την αρχή της ισότητας του Άρθρον 28 του Συντάγματος.
Με τις προσφυγές αυτές, που συνεκδικάστηκαν, οι αιτητές ζήτησαν την ακύρωση των αποφάσεων του Αρχηγού της Αστυνομίας για παράταση των υπηρεσιών και διατήρηση στην Υπηρεσία μέχρι 31.12.1989, 13 Λοχιών που θα αφυπηρετούσαν εντός των επομένων έξι μηνών από την 31.12.1988. Ειδικότερα στην Προσφυγή αρ. 65/89, ο αιτητής Γιωργαλλής ζήτησε επιπρόσθετα την ακύρωση της απόφασης του Αρχηγού της Αστυνομίας, με την οποία παρατάθηκαν οι υπηρεσίες του υποχρεωτικά μέχρι 31.12.1989.
Το θέμα γεννήθηκε με την ψήφιση του περί Αστυνομίας (Τροποποιητικού) Νόμου του 1988 (Ν. 248/88), στο άρθρο 2 του οποίου προβλέπονται οι κρίσιμες παρατάσεις των υπηρεσιών των Λοχιών. Οι καθ' ων η αίτηση ήγειραν προδικαστική ένσταση ελλείψεως εννόμου συμφέροντος των αιτητών. Για την ειδικότερη αιτούμενη θεραπεία του αιτητή Γιωργαλλή, προβλήθηκε ότι η επίδικη πράξη στηρίχτηκε στον αντισυνταγματικό Νόμο 248/88, με το νόημα ότι αυτός αντίκειτο στο Άρθρο 80.2 του Συντάγματος, επειδή ψηφίστηκε με πρόταση νόμου, παρόλο που συνεπάγετο την αύξηση των εξόδων που προβλεπόντουσαν από τον προϋπολογισμό, επίσης προσέκρουε στη διάκριση των εξουσιών, είναι αντίθετος με το Άρθρο 28 του Συντάγματος, γιατί παραβίαζε την αρχή της ισότητας και παραβίαζε το Άρθρο 10.2 του Συντάγματος, γιατί προέβλεπε αναγκαστική υποχρεωτική εργασία.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, εν μέρει δεχόμενο το ακυρωτικό αίτημα και απορρίπτοντας κατά τα λοιπά τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:
1. Οι δύο οργανώσεις των αστυνομικών, που είναι αιτητές στην πρώτη προσφυγή, με βάση την υπόστασή τους δυνάμει του Συντάγματος και των νόμων και σύμφωνα με τα πορίσματα της νομολογίας, δεν έχουν έννομο συμφέρον ασκήσεως της προσφυγής. Για τον μεν Σύνδεσμο Ανωτέρων Αξιωματικών, κανένα δικαίωμα μέλους του δεν επηρεάζεται από τη προσβαλλόμενη απόφαση για τον δε Σύνδεσμο Αστυνομίας, υπάρχει σύγκρουση των συμφερόντων των μελών του: Οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι προς το συμφέρον μερικών μελών αλλά αποκρούονται από άλλα μέλη.
2. Και στην περίπτωση του αιτητή, στη δεύτερη προσφυγή, Ιωακείμ, δεν υπάρχει βλάβη των συμφερόντων του, η δε πιθανότητα επέλευσής της δεν μπορεί να θεωρηθεί αναπόφευκτη, όπως απαιτείται από τη νομολογία για να στοιχειοθετηθεί το έννομο συμφέρον όταν η βλάβη του δεν είχεν επέλθει ήδη. Ο αιτητής αυτός, κατά συνέπεια, στερείται εννόμου συμφέροντος. Αντίθετα, ο αιτητής, στην ίδια προσφυγή, Γιωργαλλής έχει έννομο συμφέρον - ίδιο, ενεστώς, άμεσο και συγκεκριμένο. Νομιμοποιείται να επιδιώξει την ακύρωση της απόφασης με την οποία παρατάθηκε υποχρεωτικά η υπηρεσία του. Δεν έχει όμως έννομο συμφέρον να προσβάλει την διατήρηση στην Υπηρεσία των ενδιαφερομένων μερών.
3. Ο Νόμος 248/88 τροποποιεί σιωπηρά το άρθρο 8 (2) της περί Συντάξεων Νομοθεσίας, που προνοεί για την ηλικία αναγκαστικής αφυπηρέτησης λοχιών. Ο Νόμος 248/88 ψηφίστηκε με βάση Πρόταση Νόμου, πρόδηλα συνεπαγόταν αύξηση των εξόδων που προβλέπονται από τον προϋπολογισμό του 1989 και κατά συνέπεια, σύμφωνα και με τη νομολογία αλλά και με τη σχετική Γνωμάτευση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, αντίκειται στα Άρθρα 80.2 και 179 του Συντάγματος και, ως εκ τούτου, είναι άκυρος και χωρίς νομική ισχύ. Το κριτήριο της αντισυνταγματικότητας νόμου δεν είναι ο τρόπος αντιμετώπισής του από τον Πρόεδρο ή άλλη Αρχή της Δημοκρατίας, αλλά το κατά πόσο είναι αντίθετος ή ασύμφωνος με οποιαδήποτε πρόνοια του Συντάγματος. Ο κρινόμενος Νόμος είναι αντίθετος με την αρχή του διαχωρισμού των Εξουσιών, η οποία είναι βασικός κανόνας της συνταγματικής δομής της Κυπριακής Πολιτείας. Δεν περιέχει κανόνα δικαίου γενικής εφαρμογής αλλά είναι ουσιαστικά διοικητική πράξη που επεκτείνει την υπηρεσία ορισμένων - σχεδόν κατονομαζομένων - λοχιών. Τούτο είναι πέραν των ορίων της Νομοθετικής Εξουσίας της Βουλής των Αντιπροσώπων. Παραβιάζει επίσης την αρχή της ισότητας (Άρθρο 28 του Συντάγματος), γιατί προβλέπει διαφορετική μεταχείριση -διάκριση για ορισμένους λοχίες έναντι των υπολοίπων λοχιών, ή/ και αστυνομικών, χωρίς να υπάρχει εύλογο και αντικειμενικό έρεισμα ή δημόσιο συμφέρον. Η παράταση της υπηρεσίας των Λοχιών δεν είναι όμως εκτέλεση αναγκαστικής ή υποχρεωτικής εργασίας, στο νόημα της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του Συντάγματος. Εφόσον, λοιπόν, η επίδικη απόφαση του Αρχηγού της Αστυνομίας, με την οποία κλήθηκε ο αιτητής Γιωργαλλής να υπηρετήσει μετά την 1η Μαΐου, 1989, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου, 1989, λήφθηκε με βάση τον αντισυνταγματικό Νόμο 248/88, είναι ακυρωτέα.
Επίδικη απόφαση ακυρώνεται χωρίς έξοδα.
Ααναφερόμενες υποθέσεις:
Kritiotis v. Municipality of Paphos and Others (1986) 3 C.L.R. 322·
Papaleontiou v. E.S.C. (1987) 3 C.L.R. 1341·
Demetriou etc. (C.B.C. Staff Society) v. The Republic, 1 R.S.C.C. 99·
Pitsillos v. C.B.C. (1982) 3 C.L.R. 208·
Pankyprios Syntechnia Dimosion Ypallilon v. Republic (1978) 3 C.L.R. 27·
Demetriou & Others v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1853·
Δημοκρατία ν. Ματθαίου, (Α.Ε. 832, ημερ. 12.7.90)·
Christodoulou v. Republic, 1 R.S.C.C. 1·
Spyrou and Others (No.2) v. Republic (1973) 3 C.L.R. 627·
Papaxenophontos and Others v. Republic (1982) 3 C.L.R. 1037·
Lefkatis and Others v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1372·
Stavrou & Others v. Republic (1986) 3 C.L.R. 361·
Πρόεδρος της Δημοκρατίας v. Βουλής των Αντιπροσώπων (Αναφορά Αρ. 2/90 ημερ. 20.12.90).
Προσφυγές.
Προσφυγές εναντίον της απόφασης του Αρχηγού της Αστυνομίας για παράταση των υπηρεσιών και/ή διατήρηση στην υπηρεσία μέχρι 31 Δεκεμβρίου, 1989, 13 Λοχιών που θα αφυπηρετούσαν εντός των επομένων έξι μηνών από την 31η Δεκεμβρίου, 1988.
Χρ. Βάκης, για τους αιτητές.
Ν. Χαραλάμπους, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
Ε. Ευσταθίου, για το ενδιαφερόμενο μέρος Ι. Κούμα.
Cur. adv. vult.
Α. ΛΟΪΖΟΥ, ΠΡ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή κ. Δ.Γ. Στυλιανίδη.
ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ Δ.: Με τις προσφυγές αυτές, που συνεκδικάστηκαν, οι αιτητές ζητούν την ακύρωση των αποφάσεων του Αρχηγού της Αστυνομίας για παράταση των υπηρεσιών και/ή διατήρηση στην Υπηρεσία μέχρι 31 Δεκεμβρίου, 1989, 13 Λοχιών που θα αφυπηρετούσαν εντός των επομένων έξι μηνών από την 31η Δεκεμβρίου, 1988.
Ο αιτητής Γεώργιος Γιωργαλλής στην Προσφυγή Αρ. 65/89 ζητά, επιπρόσθετα, την ακύρωση της απόφασης του Αρχηγού της Αστυνομίας, που περιέχεται σε επιστολές ημερομηνίας 10 Ιανουαρίου, 1989, και 17 Ιανουαρίου, 1989, με την οποία οι υπηρεσίες του παρατάθηκαν υποχρεωτικά μέχρι 31 Δεκεμβρίου, 1989.
Τα γεγονότα σε συντομία είναι:-
Σύμφωνα με το Άρθρο 8 (2) του περί Συντάξεων Νόμου, (Κεφ. 311, Νόμοι 17/60, 9/67, 18/67, 51/68, 119/68, 9/71, 65/73, 42/76, 38/79, 2/81, 39/81, 25/84), η ηλικία αναγκαστικής αφυπηρέτησης για αστυνομικούς - όρος που περιλαμβάνει αστυνομικούς όχι ανώτερους του βαθμού του λοχία - ήταν η ηλικία των 55 χρονών.
Με βάση την πιο πάνω νομοθετική διάταξη, από 1η Ιανουαρίου, 1989, μέχρι 30 Ιουνίου, 1989, θα αφυπηρετούσαν 14 Λοχίες, μεταξύ των οποίων και ο αιτητής Γιωργαλλής στην Προσφυγή Αρ. 65/89.
Την 1η Ιανουαρίου, 1989, όλοι αυτοί οι Λοχίες, εκτός από τρεις, ήταν με άδεια πριν την αφυπηρέτηση. Ο αιτητής Γιωργαλλής θα αφυπηρετούσε την 1η Μαΐου, 1989, και στις 17 Μαρτίου, 1989, θα άρχιζε η άδειά του πριν την αφυπηρέτηση.
Με Πρόταση Νόμου ψηφίστηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων ο περί Αστυνομίας (Τροποποιητικός) Νόμος του 1988, (Αρ. 248/88), ο οποίος εκδόθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 31 Δεκεμβρίου, 1988. Το Άρθρο 2 του Νόμου τούτου προβλέπει:-
"2. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του βασικού νόμου και μέχρι της εκδόσεως των δυνάμει αυτού προνοουμένων Κανονισμών διά προαγωγάς Μελών της Δυνάμεως, αι υπηρεσίαι παντός Λοχίου εις την Δύναμιν, ο οποίος αφυπηρετεί εντός των επομένων εξ μηνών από της ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου, διά του παρόντος παρατείνονται μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου. 1989."
Στις 3 Ιανουαρίου, 1989, ο Αρχηγός της Αστυνομίας ζήτησε από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας γνωμάτευση κατά πόσον ήταν νόμιμο να επιτραπεί στους επηρεαζόμενους Λοχίες να συνεχίσουν να υπηρετούν πέραν του χρόνου που ήταν υπόχρεοι, σύμφωνα με τον περί Συντάξεων Νόμο, εφόσον η τροποποίηση δεν επηρέαζε τον περί Συντάξεων Νόμο.
Ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας έδωσε σχετική Γνωμάτευση με επιστολή ημερομηνίας 5 Ιανουαρίου, 1989.
Με βάση τη Γνωμάτευση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, οι επηρεαζόμενοι Λοχίες, εκτός του Λοχία 1048 - Α. Λιμνατίτη, ειδοποιήθηκαν από τον Αρχηγό της Αστυνομίας, με επιστολές ημερομηνίας 10 Ιανουαρίου, 1989, ότι οι υπηρεσίες τους στην Αστυνομική Δύναμη παρατείνονταν μέχρι 31 Δεκεμβρίου, 1989, και όσοι ήταν με άδεια καλούνταν να επιστρέψουν στα καθήκοντα που εκτελούσαν πριν την έναρξη της προαφυπηρετικής άδειάς τους, λόγω της ψήφισης του Τροποποιητικού Νόμου 248/88.
Ο Λοχίας Λιμνατίτης, με επιστολή ημερομηνίας 4 Ιανουαρίου, 1989, ζήτησε να μην συνεχίσει την υπηρεσία του.
Ο Αρχηγός της Αστυνομίας, με επιστολή ημερομηνίας 7 Ιανουαρίου, 1989, ζήτησε γνωμάτευση από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κατά πόσον ο Λοχίας Λιμνατίτης υποχρεούται να υπηρετήσει μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου, 1989.
Ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας γνωμάτευσε, με επιστολή ημερομηνίας 12 Ιανουαρίου, 1989, ότι οι Λοχίες είχαν υποχρέωση να υπηρετήσουν μέχρι 31 Δεκεμβρίου, 1989, και η εφαρμογή του Νόμου δεν εξαρτάτο από την αποδοχή των επηρεαζομένων.
Ο Αρχηγός της Αστυνομίας, με επιστολή ημερομηνίας 17 Ιανουαρίου, 1989, κάλεσε τον αιτητή Γιωργαλλή να συνεχίσει υποχρεωτικά την υπηρεσία του μέχρι 31 Δεκεμβρίου, 1989.
Η Προσφυγή Αρ. 20/89 καταχωρίστηκε από το Σύνδεσμο Αστυνομίας Κύπρου και το Σύνδεσμο Ανωτέρων Αξιωματικών Αστυνομίας.
Η Προσφυγή Αρ. 65/89 καταχωρίστηκε από τον πιο πάνω αναφερόμενο Λοχία Γιωργαλλή και το Λοχία Πάρη Ιωακείμ.
Ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση ήγειρε προδικαστικές ενστάσεις ότι οι αιτητές δεν έχουν έννομο συμφέρο και, ως εκ τούτου, οι προσφυγές είναι απαράδεκτες.
Το Άρθρο 21 του Συντάγματος, που κατοχυρώνει το δικαίωμα του "συνεταιρίζεσθαι" και της ίδρυσης συντεχνιών, στην παράγραφο 5 προβλέπει ότι ο Νόμος δύναται να υποβάλει σε περιορισμούς την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών από πρόσωπα που ανήκουν στις Ένοπλες Δυνάμεις, την Αστυνομία ή τη Χωροφυλακή.
Ο Σύνδεσμος Ανωτέρων Αξιωματικών της Αστυνομίας και ο Σύνδεσμος Αστυνομίας Κύπρου ιδρύθηκαν και λειτουργούν με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 52 του περί Αστυνομίας Νόμου, (Κεφ. 285, Νόμοι 26/59, 19/60, 21/64, 29/66, 59/66, 53/68, 43/72, 78/86, 18/87, 69/87, 248/88). Ο ένας είναι για τους Ανώτερους Αξιωματικούς και ο άλλος για τους υπόλοιπους βαθμούς. Η λειτουργία τους διέπεται από τους περί Συνδέσμου Ανωτέρων Αξιωματικών Κανόνες, 1958, (Κ.Δ.Π. 283/58), και τους περί Συνδέσμου Αστυνομίας Κανόνες, 1958, (Κ.Δ.Π. 284/58), που εκδόθηκαν από τον Αρχηγό της Αστυνομίας.
Με το Άρθρο 5 του περί Αστυνομίας (Τροποποιητικός) Νόμου του 1989, (Αρ. 27/89), που τέθηκε σε εφαρμογή στις 3 Μαρτίου, 1989, το Άρθρο 52 του βασικού Νόμου διαγράφτηκε και αντικαταστάθηκε με νέο Άρθρο, που προνοεί ότι οι επαγγελματικοί Σύνδεσμοι των μελών της Αστυνομικής Δύναμης θα διέπονται από δικό τους καταστατικό.
Με βάση το Άρθρο 146.2 του Συντάγματος, προσφυγή είναι παραδεκτή, αν ο αιτητής έχει έννομο συμφέρο, που είναι άμεσο, ενεστώς και συγκεκριμένο, και το οποίο ευθέως προσβλήθηκε από την κρινόμενη πράξη ή απόφαση -(βλ., μεταξύ άλλων, Kritiotis v. Municipality of Paphos and Others (1986) 3 C.L.R. 322 και Papaleontiou v. E.S.C. (1987) 3 C.L.R. 1341).
Σύμφωνα με τη νομολογία του Conseil d' Etat, σωματείο ή οργανισμός έχει έννομο συμφέρο να προσβάλει αποφάσεις ή πράξεις οι οποίες ευθέως επηρεάζουν το υλικό ή ηθικό συμφέρο της ολότητας των μελών του, ή μέρους αυτών. Δεν έχει όμως έννομο συμφέρο να προσβάλει πράξη που στρέφεται εναντίον του συμφέροντος ενός μέλους μόνο, ή αν τα συμφέροντα των μελών του συγκρούονται- (βλ. Les Grands Arrets De La Jurisprudence Administrative, Sirey 1984, σελ. 69-73). Στην υπόθεση Menelaos Demetriou etc. (C.B.C. Staff Society) and The Republic (Public Service Commission) 1 R.S.C.C. 99, στη σελ. 104, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο κατέληξε ότι η Συντεχνία των Υπαλλήλων του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου δεν είχε έννομο συμφέρο, γιατί δεν είχε προσβληθεί ευθέως το έννομο συμφέρο της οργάνωσης ως συντεχνίας.
Η Κυπριακή Νομολογία δέχτηκε ότι, όταν η πράξη ή απόφαση προσβάλλει τα δικαιώματα της ολότητας των μελών σωματείου, τούτο έχει έννομο συμφέρο - (Pitsillos v. C.B.C. (1982) 3 C.L.R. 208, σελ. 215-216). Δεν νομιμοποιείται να προσβάλει απόφαση, πράξη, ή παράλειψη της Διοίκησης, η οποία βλάπτει ορισμένα, αλλά ωφελεί άλλα μέλη του, όταν δηλαδή υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των μελών του - (Pankyprios Syntechnia Dimosion Ypallilon v. Republic (1978) 3 C.L.R. 27, σελ. 34-35).
Οργάνωση ή σωματείο έχει έννομο συμφέρο, αν οι επίδικες αποφάσεις ή πράξεις προσβάλλουν ευθέως το ηθικό ή υλικό συμφέρο της ολότητας των μελών του ή μέρους αυτών. Αν τα συμφέροντα των μελών συγκρούονται, ή η πράξη προσβάλλει το έννομο συμφέρο ενός μόνο μέλους, το σωματείο, ή η οργάνωση, δεν έχει έννομο συμφέρο.
Στην παρούσα υπόθεση κανένα δικαίωμα μέλους του Συνδέσμου Ανωτέρων Αξιωματικών δεν επηρεάζεται από την προσβαλλόμενη απόφαση. Οι Κανόνες που διέπουν τη λειτουργία του δεν προβλέπουν για ανάμειξη του Συνδέσμου σε θέματα των κατώτερων μελών της Δύναμης. Το γενικό ενδιαφέρο για τη διατήρηση της νομιμότητας και/ή συμμόρφωση προς το Σύνταγμα και την εύρυθμη λειτουργία της Δύναμης δεν νομιμοποιεί το Σύνδεσμο στην έγερση προσφυγής - (Demetriou & Others v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1853, 1861).
Οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι προς το συμφέρο μερικών μελών του Συνδέσμου Αστυνομίας, αλλά αποκρούονται από άλλα μέλη της ίδιας οργάνωσης, γιατί υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ τους.
Με βάση τις αρχές που αναπτύχθηκαν πιο πάνω, ο Σύνδεσμος Αστυνομίας δεν έχει έννομο συμφέρο.
Η προσφυγή Αρ. 20/89, ως εκ τούτου, είναι απαράδεκτη.
Ο αιτητής Ιωακείμ στην Προσφυγή Αρ. 65/89 θα αφυπηρετούσε από την Αστυνομική Δύναμη την 1η Σεπτεμβρίου, 1990. Η παράταση της υπηρεσίας των ενδιαφερομένων μερών - Λοχιών μέχρι 31 Δεκεμβρίου, 1989, δημιουργούσε την απομακρυσμένη πιθανότητα να επηρεάσει συμφέρο του αιτητή αυτού, αν πληρώνονταν θέσεις υπαστυνόμου και αν προάγονταν στις θέσεις αυτές ενδιαφερόμενα μέρη αντί του αιτητή.
Ο αστυνομικός, όπως και ο δημόσιος υπάλληλος, δεν έχει δικαίωμα προαγωγής, αλλά μόνο προσδοκία - (Δημοκρατία της Κύπρου ν. Γεώργιου Ματθαίου, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 832 (Απόφαση δόθηκε στις 12 Ιουλίου, 1990)).
Το έννομο συμφέρο πρέπει να είναι ενεστώς, να είναι υπαρκτό.
Στο Σύγγραμμα του Μιχ. Δ. Στασινοπούλου - "Δίκαιον των Διοικητικών Διαφορών", Έκδοση Τέταρτη (1964), σελ. 199 αναφέρονται:-
"Θεωρείται όμως ως ενεστώς το συμφέρον, οσάκις η εκ της προσβαλλομένης πράξεως απειλουμένη βλάβη δεν έχει μεν επέλθει κατά την άσκησιν της αιτήσεως ακυρώσεως, θεωρείται όμως ως λογικώς αναπόφευκτος η επέλευσίς της."
Στην περίπτωση του αιτητή Ιωακείμ, βλάβη δεν επήλθε, ούτε μπορούσε να θεωρηθεί ως αναπόφευκτη. Ο αιτητής αυτός στερείται εννόμου συμφέροντος και, κατά συνέπεια, η προσφυγή του είναι απαράδεκτη.
Ο αιτητής Γιωργαλλής στην Προσφυγή Αρ. 65/89 θα αφυπηρετούσε την 1η Μαΐου, 1989, με βάση την υφιστάμενη Νομοθεσία. Κλήθηκε διαταχτικά να υπηρετήσει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου, 1989. Έχει έννομο συμφέρο - ίδιο, ενεστώς, άμεσο και συγκεκριμένο. Νομιμοποιείται στην έγερση της προσφυγής για ακύρωση της απόφασης με την οποία παρατάθηκε υποχρεωτικά η υπηρεσία του. Δεν έχει, όμως, έννομο συμφέρο να προσβάλει την διατήρηση στην Υπηρεσία των ενδιαφερομένων μερών.
Για τους πιο πάνω λόγους, η Προσφυγή Αρ. 20/89 και η πρώτη θεραπεία της Προσφυγής Αρ. 65/89 είναι απαράδεκτες και θα απορριφθούν. Παραμένει για εξέταση μόνο η νομιμότητα της απόφασης που παρέτεινε την υπηρεσία του αιτητή Γιωργαλλή υποχρεωτικά μέχρι 31 Δεκεμβρίου, 1989.
Ο αιτητής Γιωργαλλής ζητά την ακύρωση της απόφασης που τον αφορά, γιατί αυτή στηρίχτηκε πάνω σε άκυρο, αντισυνταγματικό Νόμο, με το νόημα ότι ο Νόμος 248/88:
(α) Είναι αντίθετος και ασύμφωνος με το Άρθρο 80.2 του Συντάγματος, επειδή ψηφίστηκε με Πρόταση Νόμου, παρόλο ότι συνεπάγεται την αύξηση των εξόδων που προβλέπονται από τον Προϋπολογισμό.
(β) Προσκρούει στη διάκριση των Εξουσιών.
(γ) Είναι αντίθετος με το Άρθρο 28 του Συντάγματος, γιατί παραβιάζει την αρχή της ισότητας· και
(δ) Είναι αντίθετος με το Άρθρο 10.2 του Συντάγματος, γιατί πρόβλεψε αναγκαστική υποχρεωτική εργασία.
Προσβαλλόμενη πράξη είναι ακυρωτέα, αν βασίζεται ή λήφθηκε με βάση άκυρη Νομοθεσία - (βλ., μεταξύ άλλων, Miltiades Christodoulou and The Republic (Collector of Customs Nicosia) 1 R.S.C.C. 1· Savvas Chr. Spyrou and Others (No. 2) v. Republic (Licensing Authority) (1973) 3 C.L.R. 627· Papaxenophontos and Others v. Republic (1982) 3 C.L.R. 1037).
Ο Νόμος 248/88 είναι τροποποιητικός του περί Αστυνομίας Νόμου και δεν αναφέρεται ρητά στον περί Συντάξεων Νόμο. Παρόλο ότι τα Δικαστήρια κλίνουν εναντίον της κατάργησης νομοθεσίας σιωπηρά, η αρχή της τροποποίησης νόμου με μεταγενέστερο αντίθετο νόμο είναι καλά εμπεδωμένη στην έννομη τάξη της Κύπρου. Ο κανόνας είναι ότι νομοθετική πρόνοια μεταγενέστερη καταργεί σιωπηρά άλλη προηγούμενη νομοθεσία, εάν είναι τόσο ασύμφωνες ή αντίθετες, ώστε να είναι αδύνατη η συνύπαρξή τους - (βλ., μεταξύ άλλων, Lefkatis and Others v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1372 και Stavrou & Others v. Republic (1986) 3 C.L.R. 361).
Ο Νόμος 248/88 τροποποιεί σιωπηρά το Άρθρο 8 (2) της περί Συντάξεων Νομοθεσίας, που προνοεί για την ηλικία αναγκαστικής αφυπηρέτησης λοχιών.
Στην Αναφορά 2/90 - Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων, (Γνωμάτευση δόθηκε στις 20 Δεκεμβρίου, 1990) - η Ολομέλεια του Δικαστηρίου γνωμάτευσε ότι ο Νόμος που τροποποιούσε το εδάφιο (2) του Άρθρου 8 του περί Συντάξεων Νόμου, με την αύξηση της ηλικίας αναγκαστικής αφυπηρέτησης αστυνομικών στο εξηκοστό έτος τους - εφόσον ο ενδιαφερόμενος αστυνομικός επιλέγει τούτο με ανέκκλητη εκλογή του - είναι αντίθετος και ασύμφωνος προς τις διατάξεις του Άρθρου 80.2 του Συντάγματος και, κατ' επέκταση, του Άρθρου 179 αυτού, γιατί συνεπάγεται αύξηση των εξόδων που προβλέπονται από τον Προϋπολογισμό.
Ο Νόμος 248/88 ψηφίστηκε με βάση Πρόταση Νόμου, που κατατέθηκε από την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Εσωτερικών, και, πρόδηλα, συνεπάγετο αύξηση των εξόδων που προβλέπονταν από τον Προϋπολογισμό του 1989, δεδομένου ότι οι επηρεαζόμενοι λοχίες θα πληρώνονταν μισθούς αντί συντάξεις για την περίοδο της παράτασης των υπηρεσιών τους.
Ο Νόμος 248/88 είναι αντίθετος και ασύμφωνος με τα Άρθρα 80.2 και 179 του Συντάγματος και, ως εκ τούτου, είναι άκυρος και χωρίς νομική ισχύ. Τούτο αποδέχεται και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας στη Γνωμάτευσή του, ημερομηνίας 5 Ιανουαρίου, 1989.
Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση ισχυρίστηκε ότι η πρόνοια του Άρθρου 80.2 του Συντάγματος προστατεύει την Εκτελεστική Εξουσία και, εφόσον ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν ανέπεμψε το Νόμο, ούτε έκαμε Αναφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο, ο Νόμος είναι συνταγματικός.
Το κριτήριο αντισυνταγματικότητας νόμου δεν είναι ο τρόπος αντιμετώπισής του από τον Πρόεδρο ή άλλη Αρχή της Δημοκρατίας, αλλά εάν είναι αντίθετος ή ασύμφωνος με Οποιαδήποτε πρόνοια του Συντάγματος.
Ο κρινόμενος Νόμος είναι αντίθετος με την αρχή του διαχωρισμού των Εξουσιών, η οποία είναι βασικός κανόνας της συνταγματικής δομής της Κυπριακής Πολιτείας. Δεν περιέχει κανόνα δικαίου γενικής εφαρμογής, αλλά οι πρόνοιές του, ουσιαστικά, είναι διοικητική πράξη που επεκτείνει την υπηρεσία ορισμένων - σχεδόν κατονομαζομένων - λοχιών. Τούτο είναι πέραν των ορίων της Νομοθετικής Εξουσίας της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Ο κρινόμενος Νόμος παραβιάζει την αρχή της ισότητας που διακηρύσσεται και διασφαλίζεται από το Άρθρο 28 του Συντάγματος, γιατί προβλέπει διαφορετική μεταχείριση - διάκριση για ορισμένο αριθμό λοχιών έναντι των υπολοίπων λοχιών, ή/και αστυνομικών, χωρίς να υπάρχει εύλογο και αντικειμενικό έρεισμα ή δημόσιο συμφέρο.
Η παράταση της υπηρεσίας των Λοχιών δεν είναι εκτέλεση αναγκαστικής ή υποχρεωτικής εργασίας, στο νόημα της παραγράφου 2 του Άρθρου 10 του Συντάγματος.
Εφόσον η επίδικη απόφαση του Αρχηγού της Αστυνομίας, με την οποία κλήθηκε ο αιτητής Γιωργαλλής να υπηρετήσει μετά την 1η Μαΐου, 1989, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου, 1989, λήφθηκε με βάση τον αντισυνταγματικό Νόμο 248/88, είναι ακυρωτέα.
Η Προσφυγή Αρ. 20/89 και η Προσφυγή Αρ. 65/89 στην έκταση που αναφέρεται στα ενδιαφερόμενα μέρη - Λοχίες, εκτός του Γιωργαλλή, απορρίπτονται.
Η προσφυγή του αιτητή Γιωργαλλή, αναφορικά με την απόφαση που του κοινοποιήθηκε στις 10 και 17 Ιανουαρίου, 1989, επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Καμιά διαταγή για έξοδα.
Προσφυγή 20/89 απορρίπτεται. Προσφυγή 65/89 αναφορικά με τον αιτητή 1 επιτυγχάνει. Καμιά διαταγή για έξοδα.